ΚΑΜΕΝΑ ΜΥΑΛΑ

By Πέμπτη, Μαΐου 06, 2010

Ο ύπνος του ήταν βαρύς. Βαρύς και ξέγνοιαστος. Σαν τον ύπνο ενός μωρού... Λες και τίποτα δε μπορούσε να απασχολήσει τις απλοϊκές του σκέψεις...
Νύχτα γλυκιά, μαγιάτικη... Δροσερή αλλά και περίεργη.  Σιωπηλή, χωρίς τις συνηθισμένες φασαριόζικες μπαροκατανύξεις, αυτές που κάνουν τη νύχτα στην Αθήνα να μοιάζει σα μέρα μεσημέρι στο Παρίσι. Εϊναι αλήθεια οτι πάει καιρός τώρα που οι νύχτες έχουν ηρεμήσει... Θες η συζήτηση για τις δυσκολίες στη χώρα, θες τα οικονομικά μέτρα, ο θόρυβος μειώθηκε, οι άνθρωποι μειώθηκαν, η νύχτα ησύχασε. ¨Ολα ησύχασαν, όμως δεν ήταν καλή ετούτη η ησυχία...

Ήξερε επακριβώς τι έπρεπε να κάνει. Δεν ήταν η πρώτη φορά που θα κατέβαινε στη διαδήλωση μαζί με τους κουκουλοφόρους. Όμως, αυτή τη φορά είχε εντολές. Δε θα πήγαινε στη διαδήλωση απλώς για να σπάσει και να ρημάξει... Είχε από νωρίς προμηθευτεί τη βενζίνη, είχε ετοιμάσει τις μολότωφ. Η τσάντα του, μαύρη κι αυτή, δεν θα υποψίαζε κανέναν. Αρκεί να φοράς κουκούλα για να θεωρείσαι αντιεξουσιαστής άλλωστε.
Η ΕΥΠ τον κρατούσε στο χέρι. Δε μπορούσε να αρνηθεί τις εντολές. Αν τολμούσε να το κάνει, θα βρισκόταν μονομιάς στο γκρεμό. Γιατί, εδώ και χρόνια βρισκόταν στο χείλος. Ήταν κάτι ληστείες παλιότερες, κάτι συνεργασίες ατυχείς, και βρέθηκε στα δίχτυα της ΕΥΠ να κάνει "θελήματα".

Ξύπνησε ανάλαφρος κι έτρεξε στην τουαλέτα. Το μικρό διαμέρισμα δύσκολα θα μπορούσε να θεωρηθεί ανθρώπινο. Άλλωστε, αυτός έμενε εκεί...  Δεν τον ένοιαζε. Δεν ήθελε ανέσεις και πολυτέλειες. Τη δόση του και κανένα έξτρα για καβάντζα.
Όπως ντύθηκε στα μαύρα τρόμαξε και ο ίδιος με τον εαυτό του. Σαν το χάρο έμοιαζε. Τα μάγουλά του είχαν μπει μέσα, τα χέρια του είχαν γίνει λεπτά και τα μάτια του είχαν κιτρινίσει.

Κατέβηκε από τη σκάλα, για να μην πετύχει κανέναν στο ασανσέρ. Τέσσερις ορόφους κατέβασμα, αλλά στο δεύτερο ήταν ήδη λαχανιασμένος. Όπως βγήκε από την πολυκατοικία, είδε τη γριά στον πρώτο που τον κοίταξε περίεργα. Της ανταπέδωσε το βλέμμα ελπίζοντας να μην κατάλαβε τι πήγαινε να κάνει.
Προχώρησε και πέρασε μπροστά από την Τράπεζα. Ήθελε να τσεκάρει το χώρο. Σφίχτηκε λίγο βλέποντας μια έγκυο να σπρώχνει την πόρτα της τράπεζας... Μάλλον δούλευε εκεί...

Έπρεπε να είναι ακριβής. Πρώτα η βενζίνη, μετά η μολότωφ... Και δεν έπρεπε να τον δουν. Εντάξει, γι αυτό η κουκούλα ήταν αρκετή. Όμως, έπρεπε και να μην τον πιάσουν... Γιατί αλλιώς, θα ήταν μόνος του. Η ΕΥΠ δε θα τον στήριζε, ούτε καν που τον ήξερε.
Βρήκε μια άλλη ομάδα, μπλέχτηκε μαζί τους. Πήγαν στην πορεία, πλακώθηκαν στο ξύλο, έφαγαν μερικές ροπαλιές, για τα δακρυγόνα δεν είχε μάσκα, είχε βάλει όμως βαζελίνη γύρω από τα μάτια, παλιό κόλπο αλλά πιάνει. Λϊγο αργότερα βρέθηκε μπροστά στο στόχο. Όλα πήγαν όπως τα είχε υπολογίσει... Κάθισε λιγάκι για να δει αν άρπαξε η φωτιά και μετά απομακρύνθηκε, ξέροντας οτι δεν έπρεπε να μείνει κοντά.

Το απόγευμα είδε στις ειδήσεις τα αποτελέσματα. Ήταν σίγουρος οτι πήγαν κι άλλοι και πέταξαν μολότωφ κι έγινε ό,τι έγινε. Δεν έφταιγε μόνο αυτός. Και, στο κάτω-κάτω, ας μη δούλευαν κι αυτοί εκεί στην τράπεζα... Άλλωστε, βολεμένοι ήταν... Ενώ αυτός ήταν στο περιθώριο. Για πάντα.

Ο σύνδεσμός του τον πήρε για να τον συγχαρεί. Η δουλειά έγινε τέλεια. Το αποτέλεσμα ήταν το αναμενόμενο. Ο κόσμος έπαψε να ασχολείται με τα μέτρα και άρχισε να μιλά για τους νεκρούς. Χωρίς τη δική του συνεργασία δε θα μπορούσε ποτέ να συμβεί αυτό.
Την άλλη μέρα ξαναπήγε στην πορεία και φώναξε δυνατότερα από κάθε άλλη φορά. Φώναζε κι έκλαιγε. Και η φωνή του ήταν οργισμένη. Γιατί, αυτός δε θα μετρηθεί ποτέ μαζί με τα θύματα. Ούτε και οι παραγγελιοδότες του. Και πρέπει να φωνάζουν για να διώξουν τις τύψεις. Κι όσο φωνάζουν, τόσο δεν ακούγονται. Γιατί, αν δεν ήταν εκείνος, θα ήταν κάποιος άλλος. Πάντα υπάρχουν εθελοντές. Και πάντα θα υπάρχουν. ¨Οσο τα μυαλά των ανθρώπων θα είναι καμένα, οι μολότωφ θα τους καίνε τη φαιά ουσία. Μαζί με τις σάρκες τους...

You Might Also Like

8 σχόλια